Τα παιδιά χρειάζονται όρια
Ένα θέμα που προκύπτει συχνά προς συζήτηση στις ομάδες γονέων είναι η οριοθέτηση κάποιων κανόνων λειτουργίας μέσα στην οικογένεια. Οι γονείς συχνά αναρωτιούνται: «τι ώρα πρέπει να γυρίσει το παιδί μετά από μια βραδινή έξοδο;» ή ακόμα και σε μικρότερες ηλικίες αναφέρουν «δε θέλει να κοιμηθεί στο κρεβάτι του». Η απάντηση δεν είναι μια έτοιμη λύση, κάθε οικογένεια έχει τους δικούς της κανόνες και κάθε παιδί χρειάζεται το χρόνο του. Σκοπός αυτής της σύντομης αναφοράς στα όρια είναι η ανάδειξη της αναγκαιότητας των ορίων στα παιδιά από πολύ μικρή ηλικία για την μετέπειτα συναισθηματική και κοινωνική τους εξέλιξη.
Από την προσχολική έως και την εφηβική ηλικία τα παιδιά χρειάζονται όρια, δηλαδή χρειάζεται να μάθουν να ακολουθούν κανόνες και να ελέγχουν τη συμπεριφορά τους ανάλογα με την ηλικία στην οποία βρίσκονται. Όταν ένα παιδί έρχεται στον κόσμο, οι γονείς οριοθετούν τον κόσμο του, που συνήθως περιορίζεται στο περιβάλλον του σπιτιού τους και στα εξωτερικά ερεθίσματα που οι ίδιοι επιλέγουν όταν βγαίνουν έξω από το σπίτι. Οι γονείς δεν επιτρέπουν στον εξωτερικό κόσμο να εισχωρήσει μέσα στον κόσμο του παιδιού τους περισσότερο από όσο κρίνουν οι ίδιοι ότι είναι απαραίτητο και αναγκαίο. Αυτά τα όρια είναι απαραίτητα για τη υγιή σωματική και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού π.χ. το προστατεύουν από το κρύο ή από ανθρώπους που δεν γνωρίζουν καλά.
Με αυτόν τον τρόπο οι γονείς δημιουργούν στα παιδί το αίσθημα της ασφάλειας το οποίο στο μέλλον θα του δώσει τη δύναμη να δοκιμάσει και να ξεπεράσει τα όρια αυτά. Ένα παιδί που έχει μεγαλώσει δίχως όρια έχει πολλές πιθανότητες να εξελιχθεί σε έναν ανώριμο ενήλικα, με πολλές ανασφάλειες, χαμηλή αυτοεκτίμηση και συνεπώς με έλλειψη στόχων για τη ζωή του.
Τα όρια είναι μεταβλητά, δηλαδή αλλάζουν ανάλογα με την ηλικία τη σωματική και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Είναι πολύ σημαντικό το παιδί να έχει μπει σε αυτήν τη διαδικασία από πολύ μικρή ηλικία. Τα παιδιά που νιώθουν ότι οι γονείς τους τα αποδέχονται ακόμα και όταν είναι θυμωμένα ή κλαίνε αποδέχονται ευκολότερα τους περιορισμούς. Στην ηλικία των 3 ετών τα παιδιά χρειάζονται ελάχιστους και απλούς κανόνες. Αυτή η ηλικία όπου το παιδί χρησιμοποιεί συνεχώς το «Εγώ» και το «Όχι» είναι καθοριστική για την υγιή ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης τους. Από τη μια επιθυμεί να γίνει αυτόνομο και από την άλλη φοβάται μήπως το τιμωρήσουν οι γονείς του για αυτή του την ανυποταγή στερώντας του την αγάπη τους. Το ίδιο συμβαίνει και στην περίοδο της εφηβείας, τα παιδιά νιώθουν την ανάγκη να αποκτήσουν νέες εμπειρίες και να δεθούν συναισθηματικά με συνομηλίκους τους, παράλληλα όμως θέλουν να γνωρίζουν ότι οι γονείς τους θα είναι πάντα εκεί να τους παρέχουν την αγάπη και τη στήριξη τους.
Για να θέτουμε όμως όρια στα παιδίά, πρέπει πρώτα από όλα να γνωρίζουμε τα δικά μας όρια. Οι γονείς έχουν να κάνουν με δυο παιδιά, το παιδί ή τα παιδιά μπροστά τους και το παιδί μέσα τους. Κι όσο εντονότερα ζει το παιδί μέσα τους, τόσο εντονότερα επιθυμούν να προστατέψουν το παιδί μπροστά τους από το φόβο και τη λύπη που βίωσαν οι ίδιοι σαν παιδιά. Ταυτόχρονα, όμως συμβάλουν στη άμεση ή έμμεση μετάδοση των φόβων και των ανασφαλειών τους στα παιδιά τους. Όσο πιο συμφιλιωμένος είναι ο γονιός με το παιδί μέσα του, τόσο περισσότερες πιθανότητες υπάρχουν να έχει αποδεχτεί τα θετικά και αρνητικά στοιχεία που κουβαλάει, τις στιγμές χαράς και λύπης. Και κατά συνέπεια να αποτελεί πρότυπο συμπεριφοράς για το παιδί το οποίο το καθιστά πιο ικανό να δεχτεί όλες τις όψεις της ζωής και να συμφιλιωθεί με τα όποια συναισθήματα του.
Τα τελευταία χρόνια επικρατεί η λανθασμένη εντύπωση ότι η ανεξαρτησία, η αυτονομία και το συντροφικό πνεύμα συνεπάγεται την απουσία κανόνων και ορίων. Οι γονείς που στην πατρική τους οικογένεια επικρατούσαν πολύ αυστηρά όρια, έχουν την τάση να παρερμηνεύουν την ελευθερία με την έλλειψη ορίων. Το να ενεργεί κάποιος με επίκεντρο το ίδιο το παιδί είναι απολύτως θεμιτό, δεν πρέπει όμως αυτό να συνεπάγεται και την εκπλήρωση κάθε απαίτησης των παιδιών. Τα παιδιά χρειάζονται σαφείς και σταθερές συναισθηματικές σχέσεις. Η σταθερότητα βάζει όρια. Εκεί όπου τα όρια λείπουν κυριαρχεί η ανασφάλεια. Η σταθερότητα δεν εκφράζεται με φωνές και απειλές, με φυσική και ψυχική βία, ούτε με κυριαρχία. Μια τέτοια συμπεριφορά μπερδεύει το παιδί και του δημιουργεί χαμηλή αυτόεκτίμηση. Η σταθερότητα εκφράζεται με ήρεμο και σαφή και τόνο στη φωνή, με συγκεκριμένο προσδιορισμό θέσεων, με εσωτερική βεβαιότητα, με αμοιβαίο σεβασμό και με προσοχή.
Για σας λοιπόν τους γονείς που στην προσπάθεια σας να θέσετε όρια στα παιδιά σας αγανακτείτε καμιά φορά σας δίνουμε παρακάτω κάποιες μικρές συμβουλές που ελπίζουμε να σας διευκολύνουν. Και μην ξεχνάτε ότι οι δυσκολίες στην οριοθέτηση έχουν να κάνουν με τον τρόπο που εσείς διατυπώνετε και επικοινωνείτε τα όρια στα παιδιά σας:
- Τα όρια δεν είναι τα ίδια για κάθε οικογένεια, κάθε παιδί και κάθε γονέας έχει ανάγκη από διαφορετικά και πολύ συγκεκριμένα όρια
- Τα όρια μεταβάλλονται ανάλογα με την ηλικία του παιδιού και πρέπει να συμβαδίζουν με την σωματική και ψυχοκοινωνική του εξέλιξη
- Τα όρια που θα θέσετε πρέπει να είναι σαφή και αναγνωρίσιμα στα παιδιά
- Όταν θέτετε όρια είναι σημαντική η επαφή με το παιδί, χαμηλώστε ώστε να έρθετε στο ύψος του, κοιτάξτε το στα μάτια, αγγίξτε το ώστε να εισπράξει τη σοβαρότητα των όσων λέτε
- Η οριοθέτηση είναι μια συνεχής διαπραγμάτευση. Είναι φυσιολογικό μεγαλώνοντας το παιδί, και διεκδικώντας την αυτονομία του, να ξεπεράσει κάποια όρια και να δοκιμάσει κάποια άλλα
- Για να μπορούμε να βάλουμε όρια στους άλλους και να τους αποδείξουμε τη χρησιμότητα τους, πρέπει πρώτα από όλα να έχουμε βάλει όρια στον εαυτό μας
- Δεν είναι όλα τα θέματα το ίδιο σημαντικά, ξεχωρίστε ποια είναι σημαντικά για την οικογένεια σας και θέστε λίγα και σαφή όρια. Τα πολλά και αυστηρά όρια θα φέρουν το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επιθυμείτε
- Όταν αντιληφθείτε οτι η κατάσταση κλιμακώνεται, πείτε ένα κάθετο «όχι», απομακρυνθείτε από το πεδίο μάχης, χρησιμοποιήστε το χιούμορ και επανέλθετε αργότερα για να συζητήστε τι έγινε.
- Πάνω από όλα εμπιστευθείτε το γονικό σας ένστικτο.
Κανελλοπούλου Κατερίνα
Ψυχολόγος